Η λέξη κιβούρι σημαίνει τάφος και προφανώς δεν δόθηκε τυχαία σ’ αυτόν τον χωματόλοφο που σημειωτέον τότε που θυμάμαι εγώ δεν είχε ψηλή βλάστηση. Πολλές σκέψεις γεννώνται, τόσο για το όνομα αλλά και για την βλάστηση. Για το όνομα μπορεί να υποθέσει κανείς, ότι στο χώρο αυτό έγινε μεγάλη φονική μάχη και κρύβει ομαδικό τάφο ή επειδή ο Αρχαίος Κλείτωρ έκανε εξόρυξη χαλκού μπορεί να υπάρχουν στα έγκατά του στοές και σε κάποια να εγκλωβίσθηκαν εργαζόμενοι κι έτσι να πήρε το όνομα, μπορεί ακόμα και να είναι τάφος κάποιου μεγάλου ανδρός. Για τη βλάστηση: μπορεί να σχηματίστηκε από νεκρό χώμα που προέκυπτε ύστερα από την επεξεργασία του μεταλλεύματος γιατί υπάρχει εκεί κοντά το τοπωνύμιο καμίνι. Τα παραπάνω είναι απλώς αυθαίρετες σκέψεις του γράφοντος.
Εκείνο που είναι βέβαιον, είναι το γεγονός ότι, στην κορυφή αυτού του λόφου έστηνε το παρατηρητήριό του, ο καλύτερος από όσους διετέλεσαν αγροφύλακες στο Χωριό, ο Καψάλης (Γεώργιος Κουλούκης το όνομά του). Πολύ γερή σφυρίχτρα, ο Μπάρμπα Γιώργης! Κάθε χρόνο και κατά μήνα Μάη, που άρχιζαν τα διάφορα φρούτα να γίνονται (κοντούλες, προϊμάπηδα κ.λ.π.) έκοβε, από δέντρο, δρυ, κλαδιά κι έφτιαχνε φρατζιάτα (πέργκολα τη λένε σήμερα), πανταχόθεν ελεύθερη, ώστε η ορατότητα που είχε, ήταν κυκλική (360ο). Έβαζε και μια καρέκλα μέσα, για να ξεκουράζεται στη σκιά και όταν έφευγε, αντικαταστούσε τον εαυτό του με ένα ομοίωμα (σκιάχτρο) που δεν ήξερες αν είναι ή δεν είναι εκεί, γιατί πολλές φορές, δεν γνώριζες από πού ξεφύτρωνε. Ήταν το φόβητρο των παιδιών και ιδίως των ατίθασων. Είχε κυκλοφορήσει και η φήμη ,ότι όταν έπιανε παιδιά παρανομούντα, δεν τα πήγαινε στο αυτόφωρο, αλλά τα έβαζε να αλωνίσουν αγκάθια, αφαλαρίδας. Η αφαλαρίδα είναι ένα χαμηλό όμορφο αγκάθι και όταν ωριμάσει γίνεται κίτρινο ή μώβ, οι δε βελόνες του μοιάζουν με καρφίτσες, αλλά πιο σκληρές και πιο αιχμηρές, και το Κιβούρι ήταν γεμάτο από αυτές.
Είχε κυκλοφορήσει ότι ο Χρήστος Σουρής είχε αλωνίσει αγκάθια, αλλά δεν πρέπει να είναι αλήθεια γιατί ο Καψάλης δεν ήταν τόσο σκληρός, αλλά και ο Σουρής όταν τον ρωτούσαμε να μας πει αν πράγματι αλώνισε αγκάθια , μας απαντούσε με νόημα << Βέβαια, βέβαια>>. Έτσι φύλαγε ο Καψάλης την περιοχή της ευθύνης του, κυκλικά, από τα Παλιάμπελα, την Ανάληψη, τα Παλιογάλαρα, του Γκιόρμα, την Κατουνίστα, το Ζερβό το Καλιβάτσι και του Αι Νικόλα τα περιβόλια. Φεύγοντας σε σύνταξη ο Μπάρμπα Γιώργης, και μη έχοντας κληρονόμους, άνοιξε στο ένα δωμάτιο του σπιτιού του καφενεδάκι κι έζησε εκεί με τη γυναίκα του, κυρά Μαρία, μέχρι βαθιά γεράματα. γράφοντας έτσι τη δική του σελίδα στην ιστορία του Λευκασίου, απολαμβάνοντας το σεβασμό των συγχωριανών του.
No comments:
Post a Comment