Saturday, October 29, 2022

Ο Τρύγος στο χωριό μας

Σαν τούτες τις μέρες του Σεπτέμβρη, του Μήνα που τρέφει τους άλλους έντεκα (κατά την λαϊκή έκφραση), στο χωριό επικρατούσε αναταραχή και αναβρασμός μεγάλος, << Θέρος, Τρύγος, Πόλεμος >> άκουγες από τα στόματα των απλών ανθρώπων του χωριού, στην παιδική μου ηλικία και δεν είχαν άδικο, γιατί μέσα σε ένα μήνα, έπρεπε να γίνουν πολλές δουλειές συγχρόνως. Να μαζέψουν τις κορφάδες από τα ποτιστικά αραποσίτια που τις είχαν κόψει και απλώσει για να ξεραθούν, να τις κάνουν δεμάτια και να τις τοποθετήσουν στα καλύβια εκεί που φυλάγονταν τα άχερα, η κριθαριά και τα τριφύλλια, να αποτελέσουν κι αυτές φάχνα(τροφή) για τα ζώα το χειμώνα. Να μαζέψουν τα φασόλια, τα χαρόνια( μαυρομάτικα) και τη ρόβη, να τα λιάσουν, να τα στουμπίσουν, να πάρουν τον καρπό, να τον τοποθετήσουν στα κασόνια που φυλάγονταν το σιτάρι, το κριθάρι και όποιον άλλο καρπό μάζεψαν το καλοκαίρι και τα φλέσουρα να τα βάλουν σε τσουβάλια και από κει στο καλύβι, για τον ίδιο σκοπό με τις κορφάδες . Να μαζέψουν και τα καρύδια, όσοι βέβαια είχαν καρυδιές. Έτσι άφηναν το θερισμό του αραποσιτιού για το τέλος του Μήνα και άρχιζαν την προετοιμασία για το πανηγύρι του Τρύγου. Ο Τρύγος ήταν και είναι μια ιεροτελεστία, μπορώ να πω, δεν θέλει βιασύνη και απαιτεί μεγάλη καθαριότητα, γι' αυτόν ακριβώς το λόγο άρχιζε η καθαριότητα των εργαλείων που θα χρησιμοποιούνταν για την περισυλλογή των σταφυλιών, τη μεταφορά, το πάτημα την προσωρινή αποθήκευση και την οριστική τοποθέτηση, του μούστου που θα γίνει κρασί. Τέτοια ήταν, τα κοφίνια, οι κόφες, το πατητήρι, η κάδη, οι γιδιές, οι σεντονιές, το βαγένι και τέλος τα βουτσιά. Τα κοφίνια και οι κόφες ήταν πλεγμένα είτε από λυγαριά είτε από καλάμι, γι αυτό αυτές τις μέρες, έρχονταν και στρατοπέδευαν δυο, τρεις οικογένειες τσιγγάνων στον Αϊ Νικόλα έκοβαν ρακίτες κατά μήκος του ρέματος, έπλεκαν κοφίνια και κόφες και τα πουλούσαν στο χωριό. Το πατητήρι ήταν ξύλινη κατασκευή φτιαγμένη από τέσσερα καδρόνια εφτά επί εφτά και μήκους ενός περίπου μέτρου, καρφωμένα κωνικά σε άλλα δύο καδρόνια δέκα επί δέκα αλλά μήκους δύο περίπου μέτρων και γύρω-γύρω καρφωμένα σανίδια τρυπημένα με χειροκίνητο αρίδι κάνοντας τρύπες για να περνάει ο μούστος κατά το πάτημα των σταφυλιών, το μήκος των σανιδιών άρχιζε ογδόντα πόντους στο επάνω μέρος μειούμενα μέχρι σαράντα πόντους στο κάτω μέρος και στον πυθμένα πάλι καρφωμένα από τα ίδια σανίδια, εκτός από ένα στη μέση που θα σηκωνόταν δημιουργώντας καταπακτή για το άδειασμα των τσίπουρων. Η κάδη και αυτή ξύλινη κατασκευή σχήματος κόλουρου κώνου και στο πλάι του κάτω μέρους της με κάνουλα ή με πύρο πάνω στην οποία τοποθετείτε το πατητήρι και χρησιμεύει για προσωρινό αποθηκευτικό χώρο του μίγματος, μούστος, τσάμπουρα. Οι γιδιές ήταν το δέρμα κατσικομούνουχου τραγιού, βάρους άνω των 35 οκάδων, για να έχει μεγάλη χωρητικότητα, το οποίο αφού το κούρευαν το έδεναν στο λαιμό, και στα τέσσερα πόδια και το γύριζαν ανάποδα , έτσι γινόταν δερμάτινο ασκί ( τσουβάλι) με το οποίο μετέφεραν τα πατημένα σταφύλια με τα ζώα στο χωριό και τα άδειαζαν στο βαγένι. Το ίδιο ήταν και οι σεντονιές (τσουβάλια από αδιάβροχο μουσαμά) κάνοντας την ίδια εργασία με τις γιδιές. Το βαγένι και τέλος τα βουτσιά Το βαγένι ήταν ένα μεγάλο βαρέλι χωρητικότητας πάνω από πεντακόσιες οκάδες τότε και χρησίμευε ως αποθηκευτικός χώρος του μίγματος, μούστος- τσάμπουρα, ήταν δρύινο , είχε μεγάλο άνοιγμα στο επάνω μέρος και στο μπροστινό φούντι του είχε πόρτα που έμπαινε άνθρωπος μέσα για να το καθαρίσει και έκλεινε υδατοστεγώς, ήταν δε παλαγκιασμένο μόνιμα πάνω σε δρύινα μαδέρια για να μη σαπίσει εφόσον δεν μετακινιόταν. Τέτοια βαγένια μεγάλης χωρητικότητας είχε το Μέγα Σπήλαιο, το Σταμάτη και τον Αγγελή και μάλιστα παλαγκιασμένα κατά το θρύλο πάνω στα κόκαλα του δράκου που σκότωσαν ή έκαψαν όταν βρήκαν την εικόνα της Παναγίας. Αν βρεθείτε στο Μ. Σπήλαιο ζητείστε να τα δείτε, αν βέβαια υπάρχουν σήμερα. Εγώ τα έχω δει, εκτός από τα κόκαλα του δράκου. Στο βαγένι ή στην κάδη ο μούστος έμενε μέχρι το πολύ τέσσερις μέρες για να πάρει χρώμα και ύστερα άρμεγαν από τον πύρο το λαγάρι και το έβαζαν στα βουτσιά που τελικά ύστερα από δύο μήνες θα γινόταν το κρασί της νέας σοδειάς. Αμπέλια στο Χωριό υπήρχαν , στα παλιάμπελα , στη κατουνίστα, στα παλιογάλαρα, και μερικοί είχαν και στα Μαζέικα , υπήρχαν και μεμονωμένα αμπέλια , όπως του Αντρούτσου στου κράτουλα, Του Πετζούρι στη μακρυνιά και του Ψώλια στον Πλούσιο, όσον αφορά για ποικιλίες σταφυλιών, κυριαρχούσαν η αλεπού(ροδίτης) και το φιλέρι,( μαύρο μοσχάτο). Την έναρξη του τρύγου την καθόριζε το κοινοτικό συμβούλιο με απόφασή του, αφού ελάμβανε υπόψη του και τη γνώμη του αγροφύλακα, με σκοπό να τελειώνουν όλοι σχεδόν μαζί, επειδή μετά τον τρύγο δεν φυλάγονταν τα αμπέλια, και οι τσοπάνηδες άφηναν τα πρόβατα ελεύτερα για να φάνε τα φύλλα. Την καθορισμένη μέρα όλο το χωριό κατέβαινε με τα ζώα τους φορτωμένα άλλοι τις κόφες και τα κοφίνια, όσοι είχαν μικρή σοδειά σταφυλιών, και άλλοι τις κάδες και τα πατητήρια με μεγάλη σοδειά, με γέλια, τραγούδια και χαρές, λες και πήγαιναν σε πανηγύρι κι όταν συναντιόντουσαν εύχονταν ο ένας στον άλλο <<Καλά μπερκέτια,( καλή σοδειά) >> Αυτός ο ομαδικός τρύγος κράτησε μέχρι που μπήκαμε στην ΕΟΚ η οποία(ΕΟΚ)λίγο αργότερα επιδότησε το κόψιμο του κάθε κλίματος με 500 δραχμές, όπου και συντελέστηκε το έγκλημα, για να προβληθούν, τα Γαλλικά κρασιά. Όλοι ή σχεδόν όλοι, έκοψαν τα αμπέλια τους κι έτσι χάθηκε το ομαδικό πανηγύρι του Τσορωταίικου τρύγου. Εγώ πάντως σήμερα εύχομαι , <<καλά κρασιά >> σε όσους φίλους έχουν βάλει ,τούτες τις μέρες, μούστο για κρασί.

No comments: