Saturday, October 29, 2022

Πριν 75 χρόνια. Από Γεώργιο Θεοδώνη

Το καλοκαίρι έχει μπει για τα καλά. Κυριακή 20 Ιουνίου 1943 . Μια 15ιά αντάρτες, στη βρύση του χωριού, καθισμένοι στον ίσκιο του πλάτανου, ακονίζουν τις ξιφολόγχες και τα μαχαίρια τους. Μαζί τους είναι και ο Αλέξης του Ξούρο-Δήμου, κάτι συζητάνε μεταξύ τους και γενικά έχουν μια νευρικότητα και μια κινητικότητα που και σε μένα ακόμα που ήμουν μόλις οκτώ χρονών μου φάνηκε παράξενη. Κάποιος έρχεται(μάλλον ο Πάγκαλος, γιος του Αντρέα Λαΐνη) κάτι τους λέει. Με γρηγοράδα παίρνουν τα πράγματά τους, ανεβαίνουν το μονοπάτι που οδηγεί προς του Κοκοράκι το σπίτι, και χάνονται μέσα στο δάσος. Μαζί τους ακολουθούν ο Αλέξης και ο Πάγκαλος. Σε όχι πολύ ώρα, τη θέση τους κατέλαβαν ένα τσούρμο Ιταλών που έφτασαν από τα Μαζέικα. Εμείς μερικά παιδιά, μόλις έφυγαν οι αντάρτες σκορπιστήκαμε στο χωριό. Εγώ βρέθηκα στις απηδές(τοπωνύμιο) στου Ρακαντάνη το αλώνι, και ο αδερφός μου, Τάκης, στου μέξι(τοπωνύμιο), στη θεια μου τη Βγενιά. Εκεί δίπλα, στο αλώνι του Ρακαντάνη, ήταν μια στρούγκα, που τυροκομούσαν και μου δίνανε πολλές φορές λίγη στάλπη να φάω. Από κει, τόσο εγώ όσο και οι μεγαλύτεροι από μένα ακούγαμε τους πολυβολισμούς κατά ριπές. Στο διπλανό χωριό Φίλια, είχε ανάψει η μάχη για τα καλά, μεταξύ των ανταρτών και των Ιταλών. Η Μάχη κράτησε μέχρι το απόγευμα. Όπως έλεγαν στο Καφενείο οι πιο μεγάλοι, κάποιος ή κάποιοι προδότες, ειδοποίησαν τους Ιταλούς ότι οι αντάρτες βρίσκονταν ή στο Τσορωτά ή στου Φιλια. Εκατό περίπου Ιταλοί ξεκίνησαν από τα Μαζέικα να τους βρουν και αφού δεν τους βρήκαν στου Τσορωτά τράβηξαν για του Φίλια. Οι πρώτοι Ιταλοί έμπαιναν στου Φίλια και οι τελευταίοι μόλις είχαν περάσει τον Άγιο Μάμα(εξωκλήσι Λευκασίου) όταν οι αντάρτες τους βάλανε στη μέση, άλλοι από τον προφήτη Ηλία των Φιλίων και άλλοι από την Αγία Τριάδα τη δική μας και τους τσάκισαν. Σ’αυτή τη μάχη έλαβε μέρος και ο Αργύρης Αντωνόπουλος(Τσαιπάς), από το χωριό μας , ο Διάκος όπως ήταν γνωστός τότε. Πράγματι, ήταν αν όχι Διάκος οπωσδήποτε Ιερομόναχος στο Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, που πέταξε τα ράσα για να βγει αντάρτης στο βουνό, να πολεμήσει, τον κατακτητή και ήταν γνωστός με το ψευδώνυμο Διάκος. Την επομένη της μάχης, ο ΜπουρουτοΓιώργης, μας έλεγε, ότι ήταν στο αλωνάκι με τα πρόβατά του, όταν πέρασε από κει με πολλές προφυλάξεις ο Διάκος, πηγαίνοντας στο καμάρι να συναντηθεί με τους άλλους αντάρτες που τον περιμένανε. Μάλιστα με επέπληξε είπε, γιατί δεν έπαιρνα κι εγώ προφυλάξεις ώστε να μη γίνω στόχος από τους Ιταλούς που περνούσαν από τα Σουλινάρια με φορεία για τα Μαζέικα. Οι απώλειες των ανταρτών λένε πως ήταν δύο και τους έθαψαν, τον έναν στα Μελίσσια και τον άλλο στου Δημάκη το Λάζο. Την ίδια μέρα που πέρασε ο Διάκος από το Αλωνάκι , οι Ιταλοί πήραν από το Χωριό μας τον Ρακαντάνη (Κών|νο Μπερτσουκλή) που ήταν πρόεδρος, τον Σπύρο Κιούση Δάσκαλο και τον υποψήφιο τότε ιερέα του χωριού Δημήτρη Αναγνωστόπουλο, πήραν και από του Φίλια μερικούς, τους πήγαν στο Νεκροταφείο των Φιλίων και τους ανάκριναν για να μάθουν ποιος ειδοποίησε τους αντάρτες ότι έρχονται οι Ιταλοί. Οι Τσορωταίοι επέμεναν ότι ο Πάγκαλος έχει πολλές μέρες να φανεί στο χωριό και δεν γνωρίζουν που βρίσκεται, για τον Τάγκαλο, γνωρίζουν οι Φιλαίοι, ρωτήστε τους. Μετά από αυτή την πειστική εξήγηση τους άφησαν ελεύθερους, από δε του Φίλια σκότωσαν έξι, μεταξύ των οποίων και τον Παπά. Από το Χωριό μας έκαψαν μόνο το σπίτι του Διάκου, Αργύρη Αντωνόπουλου(Τσαιπά). Οι Ιταλοί έμειναν στου Φίλια τρεις μέρες, την Τρίτη μέρα έφτασαν δύο Ιταλικά αεροπλάνα και έκαναν αναγνωριστικές πτήσεις, σκορπίζοντας πανικό και φόβο. Εμείς εκείνη τη μέρα είμαστε στο σπίτι και ο πατέρας μου που ήταν μπαρούτοκαπνισμένος από τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο(είχε πολεμήσει έξι συνεχή χρόνια στη Μικρά Ασία) κατάλαβε ότι ακολουθούσε βομβαρδισμός και μας κατέβασε κάτω στο κατώι. Αφού έκαναν τις αναγνωριστικές βόλτες τους, τα αεροπλάνα κατέβηκαν πολύ χαμηλά και άφησαν τις εμπρηστικές βόμβες τους για να κάψουν του Φίλια , αλλά αντί οι βόμβες να πέσουν στο στόχο τους, πέσανε στο δάσος το δικό μας και συγκεκριμένα στο σημείο που είναι σήμερα η δεξαμενή νερού και μέσα στο δάσος. Ακούγαμε το θόρυβο που έκαναν τα βλήματα και τα χαλίκια έξω στην αυλή μας. Σε ότι αφορά την τύχη, τόσο του Αλέξη του Ξούρη, όσο και του Πάγκαλου, μάθαμε πολλά χρόνια μετά και από τους δύο, ότι λίγο πριν αρχίσει η μάχη, οι αντάρτες ήταν έτοιμοι μόλις πέρασαν λίγοι Ιταλοί από τον Άγιο Μάμα να την αρχίσουν. Παρενέβη τότε αυτός να αφήσουν να περάσει ο μεγαλύτερος όγκος από το εκκλησάκι και τότε να αρχίσουν τη μάχη, έτσι γλιτώνει το ένα από τα δύο χωριά, έτσι κι έγινε. Αμέσως με την έναρξη της μάχης και οι δύο φύγανε για την Αθήνα, ο Αλέξης έμεινε στην Αθήνα και μόλις έφυγαν οι Γερμανοί και άνοιξε η Αμερική ζητώντας οικονομικούς μετανάστες από την Ελλάδα, έφυγε για την Αμερική και επέστρεψε στην Πατρίδα ως Αμερικανός πολίτης, συνταξιούχος. Του Πάγκαλου τα ίχνη, χάνονται και εμφανίζεται στο χωριό στις εκλογές του 1958 ως εκπρόσωπος της Ενωμένης Δημοκρατικής Αριστεράς ΕΔΑ.

No comments: