ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1988
Έτος Συνταξιοδότησεώς μου.
Η επιθυμία πυρωμένο σίδερο,
σπαθί ξεγυμνωμένο, σχίζει
της καρδιάς μου τα λιβάδια.
Λαίμαργη είναι και πασχίζει, να
πάρει ότι απόμεινε από τη,
δροσιά της θύμησης.
Καταγραφές ποτέ δεν χάνονται,
δεν σβήνονται από του χρόνου
το κανάτι, όποιες κι αν είναι.
Αντίθετα οι παιδικές εικόνες
με χιλιόχρωμα λουλούδια
καμωμένες, σαν την ανοιξιάτικη
δροσιά στεγνώνουν, ξεθωριάζουν,
χάνονται.
Τούτες λιγοστές, ένα τόσο δα
μπουκέτο από στάχυα μεστά,
φτιαγμένο, διαλεγμένα από
πλαγιές και κάμπους.
Από ραχούλες δασωτές και
ξέφωτα, σπαρμένα μ’ όνειρα
για τη ζωή π’ απλώνονταν
εμπρός σου και ποτέ δεν
έγιναν χειροπιαστά.
Πουλί γοργόφτερο η ζωή
εκεί που λες πως σού 'ρχεται
κι’ απλώνεις να την πιάσεις,
σου φεύγει, χάνεται, στα χέρια
σου απομένει άσπρο μπαμπάκι,
μια χούφτα χιόνι.
Και τότε λες, πως έφτασε απόβραδο;
αφού καλά δεν πρόλαβε να φέξει
Κι’ ενώ βαθιά στη σκέψη σου,
Άσβηστο καντήλι η καταγραφή
του δικού σου διάβα απ’ τη ζωή,
περνούν τα χρόνια, κι’ ύστεραβιάζεσαι να προλάβεις τί;
Sunday, June 17, 2007
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1988
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment